Site icon Fresher

Ρίχνει αυλαία με ιστορικό υψηλό στα 90 λεπτά η φετινή σεζόν στο ελληνικό ακτινίδιο

Το προϊόν, ωθούµενο από το εµπορικό κενό που έχει αφήσει η Ιταλία, λόγω µείωσης περίπου 50% της παραγωγής από ασθένειες, εξελίσσεται σταδιακά σε success story για τη χώρα και φέρνει κόσµο στο ακτινίδιο, µε την καλλιέργεια να έχει σχεδόν διπλασιαστεί σε µια 7ετία και να έχει «σκαρφαλώσει» ως παραγωγός στην κορυφή του βορείου ηµισφαιρίου.

Το momentum, µάλιστα, για τα αµέσως επόµενα χρόνια, φαίνεται, υπό προϋποθέσεις, να είναι µε το µέρος του ακτινιδίου, καθώς το προϊόν καταλαµβάνει µόλις 1% της παγκόσµιας κατανάλωσης φρούτων. Κάτι που σηµαίνει πως µε διπλασιασµό αυτού του ισχνού ποσοστού, µπορεί να προκληθεί σηµαντική ζήτηση διεθνώς και να διατηρήσει ανοδική την πορεία της καλλιέργειας, ευνοώντας και το ελληνικό ακτινίδιο. Δεν λείπουν, ωστόσο, και οι φωνές που προειδοποιούν για τον κίνδυνο να µετατραπεί, εν τέλει, σε εφιάλτη το όνειρο που ζει το ακτινίδιο εδώ και λίγα χρόνια, κυρίως λόγω των ανεξέλεγκτων φυτεύσεων.

Το «alert» αφορά κυρίως στις πράσινες ποικιλίες, όπως η Hayward, που σχεδόν µονοπωλεί την καλλιέργεια στην Ελλάδα, καθώς θεωρούνται ότι έκλεισαν τον κύκλο τους και το βάρος διεθνώς πέφτει σε νέες ποικιλίες, που ικανοποιούν τις ανάγκες ενός κοινού που αναζητά κάτι καινούριο και οι οποίες µπορούν να ανταποκριθούν και στην κλιµατική αλλαγή.

Ξεφυλλίστε και κατεβάστε σε υψηλή ανάλυση το φύλλο 962 της Agrenda

 

Στροφή σε κιτρινόσαρκες και σε ερυθρόσαρκες ποικιλίες σε Νέα Ζηλανδία και Ιταλία

Ήδη στη Νέα Ζηλανδία, αλλά και στην Ιταλία, κορυφαίους «παίκτες» σε παγκόσµια κλίµακα για το προϊόν καταγράφεται επιταχυνόµενη στροφή σε κιτρινόσαρκες και σε ερυθρόσαρκες ποικιλίες. Για την ανάπτυξή τους δε, αξιοποιούνται κυρίως κλειστά club και consortium, µε πατέντες, τα οποία (αυτό)προβάλλονται ως το µέλλον της καλλιέργειας, υποσχόµενα ανθεκτικές και παραγωγικές ποικιλίες, εγγυηµένη απορρόφηση της παραγωγής µε ικανοποιητικές τιµές και για τον παραγωγό.

Στις επισηµάνσεις αυτές προχώρησαν οι οµιλητές από την Ελλάδα, την Ιταλία και τη Νέα Ζηλανδία, που µετείχαν στο forum για το ακτινίδιο, µε τίτλο «Quo Vadis Kiwi», που οργανώθηκε το Σάββατο 13 Απριλίου, στο πλαίσιο της έκθεσης «Freskon» στη Θεσσαλονίκη.

«Το ελληνικό ακτινίδιο έχει εκµεταλλευτεί άριστα το χώρο που άφησε η µειωµένη ιταλική παραγωγή, ανοίξαµε νέες αγορές στη Νότιο Αµερική και στην Ασία και βλέπουµε και την Ιαπωνία . Είµαστε στο κλείσιµο της εµπορικής σεζόν και το αποτύπωµα που αφήνει είναι εξαιρετικό. Είναι µια χρονιά ποιοτικά πολύ καλή και µε τιµές ρεκόρ», επεσήµανε ο Ζήσης Μανώσης, γενικός διευθυντής της οργάνωσης «Ζευς Ακτινίδια».

?εν παρέλειψε µάλιστα να σηµειώσει πως η χώρα µας έχει ανέβει στην πρώτη θέση στην Ευρώπη, σε ό,τι αφορά στην παραγωγή ακτινιδίων, η οποία πολύ σύντοµα θα υπερβεί τους 400.000 τόνους, αλλά έσπευσε να προσθέσει πως το πιο δύσκολο είναι να διατηρηθεί στη θέση οδηγού. «Είναι πολύ σηµαντικό να προγραµµατίσουµε πρωτίστως την πώληση, αλλά και τη δυνατότητα αποθήκευσής τους», είπε και χαρακτήρισε ως «µυστικό της επιτυχίας» να υπάρχει συγκέντρωση ποσοτήτων, σταθερή ποιότητα, διαθεσιµότητα όλο το χρόνο και προωθητικές ενέργειες σε νέες αγορές, ενώ στηλίτευσε την τακτική των πωλήσεων ακτινιδίων από πρόωρες κοπές και µέσα από το χωράφι, χωρίς τυποποίηση, ζητώντας αυστηρούς ελέγχους και κυρώσεις.

Η καλλιέργεια εξαπλώνεται άναρχα στην Ελλάδα

Με αφορµή δε, σχόλιο του Ανδρέα Οβεζίκ, από το συνεταιρισµό Νέου Αλιάκµονα ότι η καλλιέργεια εξαπλώνεται άναρχα στην Ελλάδα, όσο και σε άλλες γωνιές της Βαλκανικής Χερσονήσου, από τη Βουλγαρία, τη Βόρεια Μακεδονία, τη Ρουµανία, έως την Ουκρανία και το µακρινό Αζερµπαϊτζάν, ο κ. Μανώσης προειδοποίησε πως αν εστιάσουµε µόνο στους όγκους και όχι στην ποιότητα και στο εθνικό branding, «αυτή η ωραία ιστορία µπορεί να τελειώσει σε λίγα χρόνια ως εφιάλτης».

Εκτίµησε ακόµη ότι η χώρα πρέπει να στραφεί και σε άλλες ποικιλίες -πέρα της Hayward- και δη τις κιτρινόσαρκες, κάτι που βρήκε σύµφωνο και τον καθηγητή δενδροκοµίας του ΑΠΘ, Αθανάσιο Μολασιώτη.

Σε ό,τι αφορά τους κινδύνους που θα µπορούσαν να ανατρέψουν την αλµατώδη πορεία της καλλιέργειας ο οµιλητής εστίασε σε δύο κυρίως παράγοντες. «Ο πρώτος σχετίζεται µε γεωπολιτικούς λόγους, οι οποίοι µπορεί να επηρεάσουν τις διεθνείς µεταφορές και επειδή πρόκειται για ένα κατά βάση εξαγώγιµο είδος, να έχουν επίπτωση στη διάθεση της παραγωγής µας. Όµως το µεγάλο πρόβληµα, που θεωρώ ότι µπορεί να υπάρξει και αποτελεί µεγάλη µου φοβία, είναι να µην την πατήσουµε και εµείς όπως οι Ιταλοί. δηλαδή να βρεθούµε κι εµείς αντιµέτωποι µε ασθένειες όπως το βακτηριακό έλκος ή η Moria και να µας προκαλέσει ανυπέρβλητα προβλήµατα και στην καλλιέργεια στη χώρα µας, είπε.

Στις παρεµβάσεις τους οι κ.κ. Dario Vegetti, επικεφαλής ευρωπαϊκών προµηθειών της Zespri και Marcello Gouidi, συντονιστής εξαγωγών και πωλήσεων της Apofruit Italia, επιβεβαίωσαν πως η τάση είναι προς τις κίτρινες και κόκκινες ποικιλίες και υποστήριξαν πως το µέλλον της καλλιέργειας είναι συνυφασµένο µε τα club και τα consortium, τα οποία προωθούν το προϊόν µε πιο επαγγελµατικό τρόπο, µπορούν να ελέγχουν τόσο την παραγωγή, όσο και την τιµή προς όφελος και του παραγωγού και δηµιουργούν τη ζήτηση, µε βάση τις ποικιλίες που έχουν αναπτύξει.

Σχετικά µε τη φετινή παραγωγή στη Νέα Ζηλανδία, που θα αρχίσει να βγαίνει οσονούπω στα ράφια, ο κ. Vegetti εκτίµησε πως θα ανέλθει σε 690.000 τόνους και εξέφρασε την προσδοκία πως η Zespri θα είναι σε θέση να καλύψει το εµπορικό κενό στο βόρειο ηµισφαίριο µέχρι και το φθινόπωρο που θα ξεκινήσει η ευρωπαϊκή παραγωγή ακτινιδίου.

Υπό κάλυψη  καλλιέργειες,  η λύση στην κλιµατική αλλαγή

Οι αλλαγές που αναµένονται στην καλλιέργεια τα επόµενα χρόνια ίσως οδηγήσουν σε φυτείες υπό κάλυψη,  για να αντιµετωπίζεται και η κλιµατική αλλαγή στην τεχνητή επικονίαση, στα υποκείµενα της ακτινιδιάς, που µπορεί να αλλάξουν τη µοίρα της καλλιέργειας, στη ρύθµιση της σεξουαλικότητας, στην αξιοποίηση της γενετικής τροποποίησης ποικιλιών -κάτι που συµβαίνει ήδη εκτός της Ε.Ε.- και στην εκµηχάνιση της συγκοµιδής µε ροµποτικά συστήµατα, ανέφερε µεταξύ άλλων ο καθηγητής δενδροκοµίας του ΑΠΘ, Αθανάσιοςς Μολασιώτη. Επίσης, πρόσθεσε, ήδη βλέπουµε λόγω  των υψηλών θερµοκρασιών  τον Οκτώβριο  τα ακτινίδια να αρχίζουν να ωριµάζουν γρηγορότερα  στα δέντρα, οπότε µειώνεται ο χρόνος συντήρησης µετά

τη συγκοµιδή και τα φρούτα µαλακώνουν, προκαλώντας εµπορικά προβλήµατα, ενώ δεν αποκλείεται όταν θα αρχίσουν να αυξάνουν οι φυτείες  µε κίτρινες και κόκκινες ποικιλίες να έχουµε και νέες ασθένειες.

Ως προς τις προοπτικές της ακτινιδιοκαλλιέργειας στην Ελλάδα,  ο κ. Μολασιώτης εκτίµησε πως είναι πολύ θετικές και δήλωσε αισιόδοξος. «Καταρχήν υπάρχει ένα δοµικό πλεονέκτηµα της καλλιέργειας  στην Ελλάδα. Η ακτινιδιά είναι ένα φυλλοβόλο υποτροπικής προέλευσης, που δεν αντέχει το πολύ κρύο και µοιραία καλλιεργείται στην Νότιο Ευρώπη. Άρα εµείς και Ιταλία βασικά µπορούµε, πρέπει να παράγουµε ακτινίδια και να τροφοδοτήσουµε  το βόρειο Ηµισφαίριο, µολονότι είναι  και η Νέα Ζηλανδία που καλύπτει  ένα σηµαντικό κοµµάτι. Επιπλέον, οι Έλληνες παραγωγοί έχουν αποκτήσει σηµαντική τεχνογνωσία», τόνισε.

Exit mobile version