Ειδικότερα, σε συνέντευξή του σε διεθνή μέσα, ο Jenney ανέφερε ότι η έλλειψη σαφήνειας για το πότε και ποια προϊόντα θα υπόκεινται σε συνοριακούς ελέγχους προκαλεί έντονες ανησυχίες στην βιομηχανία. Η αβεβαιότητα αυτή καθιστά δύσκολη την προετοιμασία για την εφαρμογή των νέων κανονισμών, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές αυξήσεις τιμών για τα εισαγόμενα φρέσκα προϊόντα.
Ο Jenney εξήγησε ότι εάν οι κανονισμοί τεθούν σε πλήρη εφαρμογή, πάνω από 2.000 οχήματα την εβδομάδα, τα οποία μεταφέρουν φρέσκα προϊόντα στο Ηνωμένο Βασίλειο, θα υπόκεινται σε αυστηρούς τελωνειακούς ελέγχους. Αυτό ενδέχεται να επιφέρει σοβαρές αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων.
Η βιομηχανία παραμένει «στο σκοτάδι» σχετικά με τις λεπτομέρειες των ελέγχων, με την τρέχουσα στρατηγική της κυβέρνησης να δημιουργεί επιπλέον ανησυχίες. Ο Jenney σημείωσε ότι η προετοιμασία για τους ελέγχους έχει προκαλέσει σημαντικό κόστος για τη βιομηχανία, και οι αναγκαίοι πόροι για την εφαρμογή τους ενδέχεται να αποδειχθούν περιττοί εάν δεν υπάρχουν ουσιαστικοί κίνδυνοι για βιοασφάλεια.
Επιπλέον, η στρατηγική της κυβέρνησης ενδέχεται να υπονομεύσει την εγχώρια παραγωγή φρούτων και λαχανικών. Η εισαγωγή σπόρων και νεαρών φυτών είναι κρίσιμη για τη στήριξη της παραγωγής στο Ηνωμένο Βασίλειο, ιδιαίτερα για καλλιέργειες όπως οι ντομάτες και άλλα προϊόντα.
Η FPC έχει επενδύσει σημαντικά σε προληπτικά μέτρα για την εξασφάλιση της βιοασφάλειας των εισαγωγών. Ωστόσο, η αναποφασιστικότητα της κυβέρνησης φαίνεται να αμβλύνει την αποτελεσματικότητα αυτών των μέτρων. Ο Jenney υπογράμμισε ότι, εάν τα προϊόντα κρίνονται ως χαμηλού κινδύνου, οι έλεγχοι μπορεί να μην είναι απαραίτητοι, μειώνοντας έτσι το κόστος για τη βιομηχανία και τους καταναλωτές.
Με πληροφορίες από Eurofruit