Η χώρα μας ήρθε δεύτερη στην παραγωγή ροδάκινων και νεκταρινιών (27,1%) και τρίτη στα καρπούζια (12,4%). Επίσης ήταν τέταρτη στα πεπόνια, και πέμπτη στις φράουλες.
Η Ισπανία είναι ο βασικός παραγωγός καλοκαιρινών φρούτων στην ΕΕ. Παρήγαγε σχεδόν τα μισά (45,4%) καρπούζια της ΕΕ, σχεδόν το ένα τρίτο (32,0%) των πεπονιών της και περισσότερο από το ένα τέταρτο (27,3%) της παραγωγής φράουλας, ροδάκινων και νεκταρινιών (26,9%) το 2022.
Ομοίως, η Ιταλία παρήγαγε λίγο περισσότερο από το ένα τρίτο (36,1%) τόσο των πεπονιών όσο και των ροδάκινων και νεκταρινιών της ΕΕ (35,6%), καθώς και το ένα τέταρτο (25,6%) των καρπουζιών της.
Για ορισμένα συγκεκριμένα καλοκαιρινά φρούτα, άλλα μέλη της ΕΕ ήταν βασικοί παραγωγοί: η Πολωνία κατέλαβε τη δεύτερη θέση στην παραγωγή φράουλας (16,7% του συνόλου της ΕΕ), η Ελλάδα ήρθε δεύτερη στην παραγωγή ροδάκινων και νεκταρινιών (27,1%) και τρίτη στα καρπούζια (12,4%), η Γαλλία τρίτη στην παραγωγή πεπονιών (18,8%) και η Γερμανία τρίτη στην παραγωγή φράουλας (11%).
Μείωση κατά 6,3% παρουσίασε το 2022 η συγκομιδή της ΕΕ στα καλοκαρινά φρούτα (πεπόνια, καρπούζια, φράουλες, ροδάκινα και νεκταρίνια) καθώς παρήχθησαν συνολικά 8,6 εκατομμύρια τόνοι, όταν το 2021 η παραγωγή είχε ανέλθει σε 9,2 εκατομμύρια τόνους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, η υποχώρηση σε σχέση με την περσινή συγκομιδή αποδίδεται στη χαμηλότερη παραγωγή πεπονιών (-9,5% το 2022) και καρπουζιών (-18,4% το 2022). Από την άλλη, η παραγωγή ροδάκινων και νεκταρινιών αυξήθηκε (+5,6% το 2022) και αυτή των φραουλών παρέμεινε σχετικά αμετάβλητη.