του Γιάννη Ρούπα
Η νέα αύξηση στρεµµάτων οφείλεται σε µεγάλο βαθµό στις µέτριες επιδόσεις που καταγράφει µια σειρά από µεγάλες καλλιέργειες στα κεντρικά και βόρεια της χώρας, σε ζώνες όπως ο Έβρος και η Κοζάνη, όπου πολύς κόσµος εκµεταλλεύεται το υψόµετρο, το οποίο επιτρέπει την συντήρηση των κρεµµυδιών σε θαλάµους δίχως ενεργοβόρα ψύξη µέχρι την δύση του έτους συγκοµιδής. Κάπως έτσι, παράγεται προϊόν που µπορεί να διατεθεί φθηνότερα µε κάποιο περιθώριο κέρδους, το οποίο όµως πιέζει σε δεύτερο χρόνο µέσα στη σεζόν τις τιµές σε ιστορικά κύριες ζώνες όπως η Βοιωτία.
«Στη Βοιωτία, το 90% των κρεµµυδιών διακινείται έτοιµο σε δίχτυ µέσω των παραγωγών», εξηγεί στην Agrenda ο συνιδρυτής του Αγροδικτύου Μάντζαρης – Παραπούλης, Γιάννης Μάντζαρης. «Όταν κάποιος συνυπολογίσει τα έξοδα καλλιέργειας, συντήρησης του τελικού προϊόντος και τα έξοδα συσκευασίας δίχως, όµως, να βάλει µέσα αποσβέσεις και όποια πλάνα για επένδυση, τότε πρέπει να πουλήσει πάνω από 30 λεπτά το κιλό για να βγει τελικά στον αφρό», θα συµπληρώσει.
Οι τιµές στα κρεµµύδια Βοιωτίας έχουν λίγο αναθαρρήσει από τα χαµηλά των Χριστουγέννων και βρίσκονται πλέον στα 30-32 λεπτά το κιλό «τιµή χωραφιού», µε την τιµή αναχώρησης στο έτοιµο προϊόν να παίζει στα 38-40 λεπτά για τις κόκκινες ποικιλίες και µερικά λεπτά πιο πάνω, στα 42 – 44 λεπτά για τις λευκές ποικιλίες -κυρίως λόγω αισθητής έλλειψης.
Τα απαραίτητα βήµατα εφεξής
Από το 2021 ως το 2023, ευκαιριακά δηµουργήθηκαν προϋποθέσεις για υψηλές τιµές. Από τη µία η απαγόρευση εξαγωγών Ινδίας και απ’ την άλλη το έλλειµµα Ευρώπης µε µικρές σοδειές ελέω καιρού, έφερε στο προσκήνιο το κρεµµύδι ως µια θετική εναλλακτική. Ωστόσο, φαίνεται πως δεν απέχει πολύ ο κορεσµός της αγοράς στην Ελλάδα. «Μία διέξοδος θα ήταν να ξεκινήσουν νέες επενδύσεις σε ψυγεία στις βορειότερες ζώνες της χώρας, ώστε να µπορούµε να διαθέσουµε προϊόν στην εγχώρια αγορά 365 µέρες το χρόνο, γεννώντας καλύτερες προοπτικές για όλους», εξηγεί συνοµιλητής παραγωγός.