Σε μια χρονιά που χαρακτηρίζεται από δυσμενείς καιρικές συνθήκες και ιδιαίτερα από ξηρασία, αυξανόμενο ανταγωνισμό από τρίτες χώρες και προσαρμογή στο αυξημένο κόστος της παραγωγικής και εμπορικής δραστηριότητας, τόσο σε εθνικό όσο και σε κοινοτικό επίπεδο, οι ελληνικές εξαγωγές φρούτων και λαχανικών αντιστάθηκαν. Αυτό φαίνεται και από τον όγκο των εξαγόμενων προϊόντων που αυξήθηκε κατά 2,4% σε 1,790 εκατομμύρια τόνους, έναντι των 1,720 εκατ. του 2023.
Οι εξαγωγές νωπών φρούτων και λαχανικών, για τα οποία η εμπορική περίοδος 2023/24 ολοκληρώθηκε τον Σεπτέμβριο, παρουσιάζουν μείωση ύψους 3,3% στον όγκο τους έναντι της αντίστοιχης περιόδου 2022/23 , αλλά αύξηση στην αξία τους κατά 23,94%, η οποία οφείλεται στην μεσοσταθμική αύξηση ανά τόνο ύψους 28,16%.
Πέρα από τα χειμερινά φρούτα και λαχανικά, για την περίοδο 2023/24 οι εξαγωγές των εαρινών και θερινών φρούτων και λαχανικών με ετήσια εμπορική περίοδο 2024 παρουσιάζουν αύξηση ως προς τον όγκο τους της τάξεως του 5,03%, έναντι της αντίστοιχης περιόδου 2023 (όταν παρατηρήθηκε μειωμένη παραγωγή λόγω καιρικών συνθηκών) και αντίστοιχη αύξηση στην αξία τους ύψους 6,42% σε σχέση με το 2023.
Ιδιαίτερη μνεία αξίζει στο γεγονός ότι το 2024 το ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων έκλεισε τελικά με θετικό πρόσημο 66,523 εκατ. ευρώ με κυρίαρχη την συμμετοχή των φρούτων, των λαχανικών και των παρασκευασμάτων τους) στην διαμόρφωσή του με πλεόνασμα 2,242 δις ευρώ. Οι εξαγωγές των ελληνικών αγροτικών προϊόντων έφτασαν για το 2024 στα11,258 δισεκατομμύρια ευρώ έναντι 10,872 δις ευρώ το 2023, εκτοξεύοντας την συμμετοχή τους στο 22,84% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών σε σχέση με το 17,9% του 2022 συμβάλλοντας στην μείωση του εμπορικού ελλείμματος της χώρας μας,
Ανεβαίνουν οι εισαγωγές
Ανοδικά κινήθηκαν και οι εισαγωγές, σύμφωνα με όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια συνεπικουρώντας και της αύξησης των τουριστών. Πιο συγκεκριμένα αυξήθηκαν κατά 5,6% σε όγκο και κατά 11,9% σε αξία, φτάνοντας τους 861 χιλ. τόνους και στα 877 εκατ. ευρώ. Η συνεχής αύξηση των εισαγωγών στην εθνική, αλλά και στην κοινοτική αγορά σηματοδοτούν την εξέλιξη του κλάδου των οπωροκηπευτικών.
Στην ΕΕ, οι εισαγωγές από τρίτες χώρες το 2024 έχουν σταθεροποιηθεί σε υψηλά επίπεδα +1% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους, αγγίζοντας τους 14,75 εκατ., τόνους νούμερο σχεδόν διπλάσιο από αυτό που πουλάει η ΕΕ εκτός των συνόρων της, λόγω της ρυθμιστικής απόκλισης σε εργασιακά, κοινωνικά και φυτοϋγειονομικά θέματα που υφίστανται μεταξύ των κοινοτικών παραγωγών και των παραγωγών τρίτων χωρών, καθιστώντας το κοινοτικό μοντέλο καλλιέργειας όλο και λιγότερο ανταγωνιστικό.
Το 2024 χαρακτηρίστηκε επίσης από δυσμενείς καιρικές συνθήκες και ιδιαίτερα από ξηρασία, η οποία έχει επιδεινώσει το πρόβλημα της έλλειψης υδάτινων πόρων στις κύριες περιοχές παραγωγής οπωροκηπευτικών, και επηρέασαν σοβαρά την παραγωγή και την μεταφορά αγαθών Για το λόγο αυτό, η Incofruit-Hellas θεωρεί ότι η κλιματική αλλαγή αποτελεί καθοριστική μεταβλητή για το μέλλον της παραγωγής και των εξαγωγών.
Η αναθεώρηση του ισχύοντος ρυθμιστικού πλαισίου, τόσο σε εθνικό όσο και σε κοινοτικό επίπεδο, θεωρείται επίσης καθοριστική για το μέλλον, αφού δίνει προτεραιότητα στον έλεγχο της διαχείρισης των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και των περιβαλλοντικών διατριβών, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά της παραγωγής φρούτων και λαχανικών και η ικανότητά της να συνεισφέρει αξία στην οικονομία και την κοινωνία.
Μετά τις αυξήσεις του κόστους τα προηγούμενα έτη, οι τιμές των λιπασμάτων μειώθηκαν το 2024. Ταυτόχρονα, ωστόσο, οι δαπάνες για μηχανήματα, συντήρηση και μισθούς αυξήθηκαν.
Υπό αυτή την έννοια, στον τομέα της παραγωγής, η έλλειψη εργατών γης προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία, καθώς αυξάνει το κόστος εργασίας σε έναν τομέα στον οποίο η εργασία μπορεί να αντιπροσωπεύει έως και το 45% του κόστους παραγωγής σε ορισμένες καλλιέργειες και παρότι το λειτουργικό κόστος γενικά υποχώρησε. Εντούτοις δεν υπήρξε θετική επίπτωση στην εισοδηματική κατάσταση πολλών εκμεταλλεύσεων. Εξίσου ανησυχητική είναι η προοδευτική μείωση των φυτοϋγειονομικών προϊόντων , η οποία επηρεάζει τις αποδόσεις, την ποιότητα και την ασφάλεια των τροφίμων. Όσον αφορά το εμπόριο, η Incofruit-Hellas εκτιμά ότι ο κοινοτικός κανονισμός, για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας, που θα απαιτεί χύμα πωλήσεις όταν θα είναι μικρότερα από 1,5 κιλό, ο οποίος απορρίφθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μέχρι στιγμής , αλλά του οποίου η επεξεργασία δεν ολοκληρώθηκε, πρέπει να ληφθεί υπόψη από τις εθνικές και ενωσιακές αρχές. Ο κλάδος παρουσιάζει έντονη αντίθεση με τη συγκεκριμένη οδηγία, γιατί η υποχρέωση χύμα πωλήσεων καθιστά πρακτικά μη βιώσιμη τη στρατηγική της διαφοροποίησης ανά καταγωγή και ποιότητα.
Οι συγκρούσεις στην Ουκρανία και τη Γάζα έχουν επηρεάσει έντονα τον τομέα των φρούτων και λαχανικών στην Ε.Ε… Εντούτοις, θέματα όπως η δράση για το κλίμα και η βιωσιμότητα αποκτούν έλξη με τους υπεύθυνους χάραξης γεωργικής πολιτικής της ΕΕ.
Η Incofruit υποστηρίζει ότι αναμένει πως θα συνεχισθούν με αυξητικούς ρυθμούς οι εξαγωγές των νωπών οπωροκηπευτικών και το 2025
Όπως αναφέρει ο ειδικός σύμβουλος Γιώργος Πολυχρονάκης, τα δεδομένα αυτά χρήζουν περαιτέρω προσοχής και φροντίδας του τομέα των φρούτων και λαχανικών με χάραξη στρατηγικής. Βασικό πρόβλημα αναδεικνύεται η έλλειψη στρατηγικής στα αγροτικά προϊόντα και η ανάγκη χάραξης της, τόσο στην παραγωγή και στο εμπόριο όσο και στις εξαγωγές της χώρας μας που έχουν σχεδόν τριπλασιαστεί τα τελευταία 20 χρόνια, με δεδομένο ότι η ζήτηση έχει υπερβεί την προσφορά από τη στιγμή που αποκαταστήθηκε η εγχώρια κατανάλωση, ήτοι:
– Αύξηση όγκου παραγωγής και νέες καλλιεργητικές ποικιλίες
– Σχεδιασμό καλλιεργειών
– Δομή Εμπορίου Οπωροκηπευτικών
– Εκσυγχρονισμό εφοδιαστικής αλυσίδας
– Ενίσχυση και ενδυνάμωση των Ομάδων Παραγωγών
“Πιστεύουμε ότι οι υφιστάμενοι κοινοτικοί κανόνες για την αντιμετώπιση κρίσεων και αυτοί για τις συναλλαγές και ιδίως τις εισαγωγές της ΕΕ που χρειάζονται βελτίωση για την αποκατάσταση της αρχής της κοινοτικής προτίμησης στα παραγόμενα φρούτα και λαχανικά θα πρέπει να αναθεωρηθούν σύντομα για αποκατάσταση ισορροπίας στην κοινοτική αγορά” αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γιώργος Πολυχρονάκης .
Επανεξέταση των εισαγωγών από τρίτες χώρες στην ΕΕ: Θα πρέπει να επιστρέψει η ΕΕ στις αρχικές της δομές και αξίες που πρόκριναν την κοινοτική προτίμηση στα προϊόντα των χωρών-μελών. Εάν αυτό επιτευχθεί, θέτοντας ίδιες προοπτικές και απαιτήσεις από πλευράς καλλιέργειας και κατανάλωσης σε κάθε χώρα-μέλος, η κοινότητα θα απορροφά με πιο ικανοποιητικούς ρυθμούς την ίδια της την παραγωγή και σε υψηλότερες τιμές.