Στόχος είναι η συνάντηση να γίνει το αργότερο την ερχόµενη εβδοµάδα, για να ξεκαθαρίσει το τοπίο πριν από την έναρξη της συγκοµιδής και να µην έχουµε και φέτος την απαράδεκτη, όπως καταγγέλλουν, πρακτική των ανοικτών τιµών και σε αυτή να συµµετέχουν αντιπροσωπείες των ροδακινοπαραγωγών, της ΕΘΕΑΣ, της ΕΚΕ, αλλά και ο ίδιος ο αρµόδιος υπουργός Κώστας Τσιάρας, για να ασκήσει την απαραίτητη επιρροή.
Σε περίπτωση που το πλάνο εκτροχιαστεί και δεν καταστεί δυνατό είτε να γίνει η σύσκεψη, είτε να επέλθει συµφωνία για την τιµοµολογιακή πολιτική που θα ακολουθηθεί φέτος, πρόθεση των παραγωγών είναι να προβούν σε δυναµικές κινητοποιήσεις, ακόµη και σε αποκλεισµούς µονάδων, για να ικανοποιηθεί το αίτηµά τους.
Στην απόφαση αυτή κατέληξε συνέλευση παραγωγών, που οργάνωσαν το βράδυ της Τετάρτης 26 Ιουνίου, σε κεντρικό ξενοδοχείο στη Βέροια, οι αγροτικοί Σύλλογοι Νάουσας, Μαρίνος – Αντύπας Νάουσας, Πύδνας – Κολινδρού και Αλεξάνδρειας, ενώ συµµετοχές υπήρξαν επίσης από τα Γιαννιτσά και από τη Γιάννουλη Λάρισας.
Νωρίτερα, µιλώντας σε υψηλούς τόνους ο Γιώργος Γαλανοµάτης, από τον Αγροτικό Σύλλογο Νάουσας σηµείωσε ότι το υπουργείο δεν µπορεί να παραµένει αµέτοχο κι όπως έχει βγει µπροστά για να βρεθεί λύση µε το πρόβληµα της µυστηριώδους ίωσης που πλήττει τα πυρηνόκαρπα, να πάρει άµεσα πρωτοβουλία για να λυθεί και ο γόρδιος δεσµός των ανοικτών τιµών στα συµπύρηνα.
«Να ασκήσει την επιρροή του το υπουργείο, έχει τα εργαλεία, ώστε οι βιοµηχανίες να ανακοινώσουν τι ποσότητες θα απορροφήσουν και µε ποια τιµή. Να δείξει αν συµµερίζεται τη θέση των παραγωγών ή είναι µε τις γραβάτες. ∆εν είναι δυνατό να παίρνουν το προϊόν µας µε ανοικτές τιµές και να µας ανακοινώνουν µετά από 1,5 µήνες πόσο θα πληρωθούµε ανά κιλό. Είναι σαν να αγοράζω εγώ παπούτσια από ένα κατάστηµα, να τα φοράω επί 1,5 µήνα και µετά να επιστρέφω και να λέω στον έµπορο ότι θα τα πληρώσω µε την τιµή που θέλω εγώ. Αυτό δεν έχει λογική», ανέφερε χο εκπρόσωπος του Α.Σ. Νάουσας.
Ο ίδιος είπε πως αν δεν ανακοινωθούν τιµές από τους µεταποιητές πριν την έναρξη της συγκοµιδής, πρόταση του Αγροτικού Συλλόγου που εκπροσωπεί είναι να κλείσουν τις εισόδους των εργοστασίων, ώστε να µην είναι δυνατή η παραλαβή της πρώτης ύλης.
Το αίτηµα για κατώτατες εγγυηµένες τιµές στα αγροτικά προϊόντα είναι πάγιο και το ίδιο ισχύει και µε το συµπύρηνο ροδάκινο, ανέφερε από την πλευρά του ο ∆ηµήτρης Τσολάκης, πρόεδρος του Α.Σ. Νάουσας Μαρίνος – Αντύπας. «Πρέπει να δοθεί µια τιµή που να καλύπτει αν µη τι άλλο το κόστος παραγωγής και να µας αφήνει και ένα εισόδηµα για να µπορέσουµε να συνεχίσουµε να καλλιεργούµε και να ζήσουµε τις οικογένειές µας. Είναι ένα αίτηµα δίκαιο ηθικά και νοµικά», τόνισε ο κ. Τσολάκης και συµπλήρωσε πως «όποιες ανάσες ανακούφισης έχουµε πάρει µέχρι τώρα οι αγρότες, το πετύχαµε µε αγώνες. Προτείνουµε εάν δεν εισακουστεί το αίτηµά µας, να προβούµε σε δυναµικές κινητοποιήσεις».
Στη συζήτηση που κράτησε κάτι περισσότερο από 1,5 ώρες έγινε αναφορά και στον υπονοµευτικό ρόλο που παίζουν στην προσπάθεια των παραγωγών τα εκατοντάδες στέκια και οι οργανώσεις σφραγίδα, σε Ηµαθία και Πέλλα.
Αίτηµα παραγωγών για τιµή ασφαλείας και αποζηµιώσεις σε όσα δεν απορροφηθούν
Τιµή ασφαλείας στα τουλάχιστον 50 λεπτά για το βιοµηχανικό ροδάκινο και όσες ποσότητες δεν απορροφήσει η µεταποίηση αυτές να αποζηµιωθούν από το κράτος, ζητά και ο Γιώργος ∆ιαµαντόπουλος, πρόεδρος του Α.Σ. Αλεξάνδρειας, ώστε να έχει και ο παραγωγός ένα µικρό κέρδος. «∆εν µπορεί οι βιοµηχανίες κάθε χρόνο να ανακοινώνουν κέρδη εκατοµµυρίων και εµείς να αναρωτιώµαστε πως θα πληρώσουµε τις υποχρεώσεις µας», σηµείωσε ο ίδιος.
Μάλιστα, αµφισβήτησε τις εκτιµήσεις που ανεβάζουν τη φετινή παραγωγή σε πάνω από 500.000 τόνους, λέγοντας πως «σε πολλά χωριά στην περιοχή µας έχουν ακαρπία, ειδικά στην ποικιλία Κατερίνα και κανένα κτήµα δεν θα έχει πάνω από 2 τόνους απόδοση».
Στη συνάντηση δεν έλειψαν και οι αρνητικές αναφορές στην υποστελέχωση του ΕΛΓΑ, που δεν επιτρέπει την έγκαιρη και αποτελεσµατική επισήµανση των ζηµιών, όταν αυτές προκύπτουν στις καλλιέργειες, αλλά και στο κόστος παραγωγής που έχει εκτοξευτεί, λόγω αυξήσεων στις εισροές, στα εργατικά, αλλά και λόγω µειωµένης διαθεσιµότητας αγρεργατών.