Πραγματοποιώντας «κούρσα πρωταθλητισμού» τα τελευταία χρόνια, η χώρα έχει εξελιχθεί στη μεγαλύτερη δύναμη στο βόρειο ημισφαίριο και το προϊόν έχει φτάσει να εισφέρει στον εθνικό «κορβανά» έσοδα της τάξης των 250 – 300 εκατ. ευρώ, σε ετήσια βάση, κυρίως από εξαγωγές, καθώς πάνω από 90% της παραγωγής κατευθύνεται σε δεκάδες χώρες, σχεδόν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου.
«Επόμενος στόχος είναι να ανοίξουμε νέες αγορές όπως το Βιετνάμ, το Μεξικό και αργότερα και την Ιαπωνία, καθώς με το ρυθμό που γίνονται οι νέες φυτεύσεις, σε λίγα χρόνια θα ξεπεράσουμε το φράγμα των 500 χιλ. τόνων, και θα πρέπει να έχουμε μεριμνήσει για τη διάθεση αυτών των ποσοτήτων και να γίνουν και άλλες επενδύσεις, με τη στήριξη της πολιτείας, σε ψυκτικούς θαλάμους αποθήκευσης, ώστε να μπορούμε να επιμηκύνουμε την εμπορική περίοδο. Έχουμε ήδη σχετικές υποδομές με δυναμικότητα περίπου 180.000 τόνους, αλλά χρειαζόμαστε και άλλες», επισημαίνει ο Χρήστος Κολιός, πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ακτινιδίου.
Στο πλαίσιο αυτό αποκαλύπτει πως μεταξύ 3-7 Νοεμβρίου βρέθηκε στη Βόρεια Ελλάδα αντιπροσωπεία Βιετναμέζων επιθεωρητών για αυτοψίες σε κτήματα κι εγκαταστάσεις διαλογής, συσκευασίας και αποθήκευσης ακτινιδίου, ενόψει της υπογραφής φυτοϋγειονομικού πρωτοκόλλου που θα ανοίξει το δρόμο για εξαγωγές στην ασιατική αυτή αγορά.
Σε επικοινωνία που είχαμε μαζί του, ενόψει της εμπορικής περιόδου του 2025-2026, ο κ. Κολιός μας ανέφερε ακόμη πως με τη συγκομιδή να έχει προχωρήσει περίπου στο 60%-70%, πανελλαδικά, διαφαίνεται πως η εθνική παραγωγή θα κυμανθεί γύρω στους 340.000 – 360.000 τόνους.
«Σε κάποια κτήματα στην Καβάλα, στην Άρτα και στα Γιαννιτσά, εξαιτίας των κλιματικών φαινομένων, η απώλεια παραγωγής, λόγω και ακαρπίας υπολογίζεται πως ξεπερνά ακόμη και το 25%. Ωστόσο, επειδή μπαίνουν σε παραγωγική περίοδο νέα κτήματα διαρκώς, σε όλα τα παραγωγικά κέντρα της χώρα, η απώλεια φαίνεται πως θα περιοριστεί τελικώς σε ένα περίπου 10% σε σχέση με πέρυσι», εκτιμά ο συνομιλητής μας.
Για τις φετινές τιμές του προϊόντος, εξάλλου, ο πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ακτινιδίου αναφέρει πως ο μεγαλύτερος όγκος έχει κλειστεί σε ένα εύρος από 1,05 έως και 1,20 ευρώ το κιλό, ενώ μεμονωμένα κτήματα πληρώθηκαν και παραπάνω. Αντίστοιχα, το εμπόριο πουλά ήδη στο εξωτερικό με τιμές που ξεκινούν από τα 1,65 ευρώ το κιλό έως τα 2-2,05 ευρώ το κιλό, για το συσκευασμένο προϊόν.
«Σε αυτά τα επίπεδα, αν συνυπολογίσουμε κόστος αγοράς της πρώτης ύλης, συν τα σκάρτα, συν τα κιβώτια, το πακετάρισμα του φρούτο και τα λοιπά, είμαστε οριακά και μπορεί και φέτος να χαθούν χρήματα από το εμπόριο», εκτιμά ο κ. Κολιός, ο οποίος, μάλιστα, προτίμησε φέτος να μειώσει κατά περίπου 40% (από 5.000 τόνους πέρυσι, σε 3.000 τόνους φέτος) τις ποσότητες που θα δουλέψει, για να μειώσει το ρίσκο.
«Μέχρι να έρθουμε σε συμφωνία με τους παραγωγούς χάσαμε ένα κρίσιμο εμπορικό παράθυρο που η ζήτηση ήταν αυξημένη στη διεθνή αγορά. Αυτή τη στιγμή η αγορά της Ευρώπης είναι πολύ καθισμένη, δεν έχει καλή ροή, ενώ έχει παίξει ρόλο και το αμερικάνικο εμπάργκο στις εξαγωγές ακτινιδίου προς τις ΗΠΑ. Τα πράγματα είναι αρκετά δύσκολα στην αγορά και βλέπουμε ότι ενώ άλλες χρονιές αυτή την περίοδο είχαμε για παράδειγμα μια παραγγελία 20 κοντέινερ, τώρα δουλεύουμε τα μισά», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Κολιός, του οποίου η εταιρεία εκτός από τις πράσινες ποικιλίες, εμπορεύεται και την κιτρινόσαρκη Soreli, σε αγορές όπως των ΗΠΑ, της Νότιας Κορέας, της Βραζιλίας και αλλού, ενώ από την επόμενη χρονιά σκέφτεται να δραστηριοποιηθεί και στο εισαγωγικό εμπόριο, κυρίως με λεμόνια και λάιμ από Αργεντινή. Στα πλάνα του είναι επίσης προς το τέλος του 2026 αρχές του 2027 να κάνει μια νέα επένδυση κοντά στα 6 εκατ. ευρώ για το διπλασιασμό της δυναμικότητας των ψυκτικών θαλάμων αποθήκευσης που διατηρεί.






























